Γράφει ο Παντελής Σταυρινού, Διευθυντής Νευροχειρουργός του Νοσοκομείου Metropolitan Hospital.
Τί είναι το αδένωμα υπόφυσης;
Το αδένωμα της υπόφυσης είναι η ανάπτυξη ενός καλοήθους όγκου στην περιοχή της υπόφυσης. Η υπόφυση είναι ένας αδένας που βρίσκεται στη βάση του εγκεφάλου, σε μία περιοχή που ονομάζεται «εφίππιο», και ο οποίος παράγει διάφορες ορμόνες, οι οποίες είναι σημαντικές για τη λειτουργία του σώματος (εικόνα 1). Διακρίνονται σε μικροαδενώματα (μέγεθος λιγότερο του ενός εκατοστού) και μακροαδενώματα (μέγεθος άνω του ενός εκατοστού). Υπάρχουν διάφοροι τύποι αδενωμάτων της υπόφυσης, ανάλογα με το ποια κύτταρα εμπλέκονται.
Τα αδενώματα της υπόφυσης μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα με διάφορους τρόπους:
- Ενδεχομένως να παράγουν υπερβολικές ποσότητες μιας συγκεκριμένης ορμόνης («λειτουργικά» αδενώματα).
- Ενδέχεται να πιέσουν τους πέριξ ιστούς του εγκεφάλου, όπως τα οπτικά νεύρα. Αυτό μπορεί να προκαλέσει προβλήματα όρασης.
- Ενδέχεται να πιέσουν άλλα κύτταρα στην υπόφυση και να περιορίσουν την φυσιολογική λειτουργία της υπόφυσης.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα εξαρτώνται από τον τύπο και το μέγεθος του αδενώματος της υπόφυσης.
Ορισμένα αδενώματα της υπόφυσης, ειδικά τα μικρά, δεν προκαλούν συμπτώματα. Οι ασθενείς συνήθως ανακαλύπτουν ότι έχουν αδένωμα υπόφυσης σε απεικονιστική εξέταση (συνήθως μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου) για άλλο λόγο.
Όταν ένα αδένωμα της υπόφυσης προκαλεί συμπτώματα, αυτό ενδέχεται να συμβαίνει λόγω του ότι τα αδενώματα προκαλούν ορμονικές διαταραχές, δηλαδή πολύ υψηλά ή χαμηλά επίπεδα ορμονών στο σώμα. Ανάλογα με τη συγκεκριμένη ορμόνη, τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Απουσία ή ακανόνιστη περίοδος, όπως επίσης εκροή γάλακτος από το στήθος (στις γυναίκες)
- Μειωμένη σεξουαλική διάθεση ή πρόβλημα στη στύση (στους άνδρες)
- Μια κατάσταση που ονομάζεται «ακρομεγαλία» – Αυτό συμβαίνει όταν κάποια μέρη του σώματος (ειδικά τα χέρια, τα πόδια και η γνάθος) μεγαλώνουν περισσότερο από το κανονικό (Εικόνα 2).
- Μια κατάσταση που ονομάζεται «σύνδρομο Cushing» – Η κατάσταση αυτή μπορεί να προκαλέσει προβλήματα όπως αύξηση βάρους, υψηλή αρτηριακή πίεση, λέπτυνση οστών και μυική αδυναμία.
- Μια κατάσταση που ονομάζεται «υπερθυρεοειδισμός» – Αυτό μπορεί να προκαλέσει νευρικότητα ή κούραση.
- Μια κατάσταση που ονομάζεται «γιγαντισμός» (στα παιδιά) – Η κατάσταση προκαλεί στα παιδιά ταχύτατη ανάπτυξη, με αποτέλεσμα να μεγαλώνουν πολύ περισσότερο από άλλα παιδιά της ηλικίας τους.
Τα αδενώματα της υπόφυσης, αν μεγαλώσουν αρκετά μπορεί να προκαλέσουν πιεστικά φαινόμενα στους περιξ ιστούς όπως πχ. διαταραχές όρασης, πονοκεφάλους κλπ.
Διάγνωση
Σε περίπτωση υποψίας αδενώματος της υπόφυσης χρειάζονται οπωσδήποτε δύο εξετάσεις:
Ορμονολογικός έλεγχος, δηλαδή προσδιορισμός των επιπέδων των ορμονών στο αίμα
Απεικονιστικός έλεγχος, δηλαδή απεικόνιση των δομών του εγκεφάλου, κυρίως με μαγνητική τομογραφία. Σε μερικές περιπτώσεις μακροαδενωμάτων, ενδεχομένως να χρειάζεται και αξονική τομογραφία.
Ανάλογα με τη μορφή και τον τύπο του αδενώματος, ενδέχεται να απαιτούνται συμπληρωματικές εξετάσεις όπως για παράδειγμα:
Οφθαλμολογικός έλεγχος, προκειμένω να ελεγχθεί η οπτική οξύτητα και τα οπτικά πεδία
Έλεγχος οστεοπόρωσης, σε σύνδρομο Cushing.
Αντιμετώπιση – Θεραπεία
Ένα αδένωμα της υπόφυσης που βρίσκεται τυχαία και δεν προκαλεί συμπτώματα δεν χρειάζεται συνήθως θεραπεία. Ωστόσο, ο γιατρός θα παρακολουθεί την ανάπτυξη με την πάροδο του χρόνου, πραγματοποιώντας τακτικά διάφορες εξετάσεις όπως ορμονολογικό έλεγχο, μαγνητική τομογραφία ή και οπτικά πεδία.
Ένα μεγάλο αδένωμα της υπόφυσης ή ένα αδένωμα της υπόφυσης που προκαλεί συμπτώματα συνήθως χρειάζεται θεραπεία. Η θεραπεία εξαρτάται από τον τύπο του αδενώματος και το μέγεθός του.
Οι διάφορες θεραπείες μπορούν να περιλαμβάνουν:
- Φαρμακευτική αγωγή – Τα φάρμακα χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία ορισμένων τύπων αδενωμάτων της υπόφυσης, όπως τα προλακτινώματα. Τα φάρμακα μπορούν να συρρικνώσουν τον όγκο και να ομαλοποιήσουν τις ορμονικές διαταραχές. Δυστυχώς τα φάρμακα δεν είναι αποτελεσματικά για όλους τους τύπους αδενωμάτων της υπόφυσης.
- Χειρουργική αφαίρεση – Πολλά αδενώματα της υπόφυσης πρέπει να αφαιρεθούν χειρουργικά. Η πιο σύγχρονη μέθοδος είναι η ενδοσκοπική, διαρρινική αδενωματεκτομή, όπου το αδένωμα αφαιρείται ενδοσκοπικά, μέσα απο τη μύτη, χωρίς τομές.
- Ακτινοθεραπεία/Ακτινοχειρουργική – Η ακτινοθεραπεία χρησιμοποιεί υψηλές δόσεις ακτίνων Χ για να καταστρέψει ή να συρρικνώσει τον όγκο. Η ακτινοθεραπεία, συνήθως με τη μορφή ακτινοχειρουργικής, δηλαδή ιδιαίτερα στοχευμένης ακτινοθεραπείας έχει πολύ καλά αποτελέσματα στον έλεγχο του όγκου.
Μετά τη θεραπεία, ο γιατρός σας μπορεί να ζητήσει τακτικές εξετάσεις για να παρακολουθήσει το αδένωμα και να βεβαιωθεί ότι δεν θα υποτροπιάσει. Μερικοί άνθρωποι χρειάζονται επίσης μακροχρόνια θεραπεία ορμονών για να ομαλοποιήσουν τα επίπεδα ορμονών στο σώμα τους.
Συχνές ερωτήσεις για τα αδενώματα υπόφυσης
Μελέτες έχουν δείξει ότι μια γενετική μετάλλαξη ενός κυττάρου της υπόφυσης μπορεί να προκαλέσει ανεξέλεγκτη ανάπτυξη αυτού του κυττάρου με αποτέλεσμα όγκο της υπόφυσης, που ονομάζεται αδένωμα. Δεν υπάρχουν γνωστά περιβαλλοντικά αίτια.
Μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις υπάρχει κληρονομική προδιάθεση, όπως στο σύνδρομο πολλαπλής ενδοκρινικής αδενωμάτωσης.
Στη βιβλιογραφία αναφέρεται συνήθως ως όγκος εγκεφάλου και συγκεκριμένα της βάσης του κρανίου. Αυστηρά μιλώντας, η υπόφυση είναι αδένας και δεν περιέχει εγκεφαλικά κύτταρα.
Όχι. Πρόκειται για καλοήθη όγκο.
Η καλύτερη θεραπεία εξαρτάται από τον τύπο του αδενώματος. Οι όγκοι που παράγουν προλακτίνη, τα λεγόμενα προλακτινώματα, αντιμετωπίζονται επιτυχώς με φάρμακα (χάπια). Σε περισσότερο από το 90% των ασθενών, η φαρμακευτική αγωγή μειώνει το μέγεθος του όγκου και τα επίπεδα της προλακτίνης στο αίμα.
Η καλύτερη θεραπεία για άλλους τύπους όγκων της υπόφυσης είναι η αφαίρεση του όγκου από έμπειρο νευροχειρουργό.
Η ακτινοβολία δεν είναι η πρώτη γραμμή θεραπείας για τους περισσότερους όγκους της υπόφυσης. Δεν έχει άμεσο αποτέλεσμα στη μείωση της υπερβολικής παραγωγής ορμονών ή στη συρρίκνωση του όγκου. Η ακτινοβολία χρησιμοποιείται όταν υπάρχει όγκος που παραμένει μετά τη χειρουργική επέμβαση ή όταν δεν μπορεί να γίνει χειρουργική επέμβαση.
Όχι. Υπάρχουν διαφορετικές μέθοδοι για την ακτινοβόληση ενός αδενώματος. Στη συμβατική (κλασματοποιημένη) ακτινοβολία δίνεται μια μικρή ποσότητα ακτινοβολίας κάθε μέρα για 4 έως 5 εβδομάδες. Η ακτινοχειρουργική ή αλλιώς στερεοτακτική ακτινοθεραπεία αναφέρεται στην παροχή μιας ιδιαίτερα εστιασμένης δέσμης ακτινοβολίας στον εναπομείναντα όγκο, συνήθως ως μία ή περισσότερες θεραπείες (Gamma Knife, LINAC, Cyber-knife, Edge, δέσμη πρωτονίων). Η απόφαση ως προς τον τύπο της ακτινοθεραπείας που πρέπει να εφαρμοστεί λαμβάνεται μόνο μετά από προσεκτική εξέταση της μαγνητικής τομογραφίας για να εκτιμηθεί το μέγεθος και η θέση του υπολειπόμενου όγκου.
Μια μελέτη έδειξε ότι δεν υπάρχει αυξημένος κίνδυνος γενετικών ανωμαλιών σε γυναίκες ασθενείς που έπαιρναν ένα φάρμακο, τη βρωμοκρυπτίνη, για τη θεραπεία του αδενώματός τους. Παρόλα αυτά, προτού μια γυναίκα αποφασίσει να μείνει έγκυος, καλό είναι να συμβουλευτεί έναν ενδοκρινολόγο ή νευροχειρουργό.
Αν κινδυνεύει η όραση απο πίεση στο οπτικό χίασμα, το χειρουργείο πρέπει να γίνει άμεσα, ωστε να αποφευχθεί περαιτέρω επιδείνωση και –αν είναι δυνατόν- να βελτιωθεί η όραση. Επίσης, ένδειξη άμεσης χειρουργικής αντιμετώπισης είναι η λεγόμενη «αποφυσιακή αποπληξία» δηλαδή η αιμορραγία του αδενώματος.
Ένας όγκος της υπόφυσης μπορεί να προκαλέσει απώλεια της φυσιολογικής λειτουργίας της υπόφυσης, συνήθως λόγω πίεσης (συμπίεσης) από τον όγκο στην κανονική υπόφυση. Ανεξάρτητα από την αιτία, απαιτείται αντικατάσταση ορμονών.
Δεν υπάρχει «καλύτερη» χειρουργική μέθοδος. Η καλύτερη είναι αυτή στην οποία αφαιρείται όλος ο όγκος χωρίς βλάβες στις υπόλοιπες φυσιολογικές δομές. Η λιγότερο επεμβατική μέθοδος και συνάμα η πιο σύγχρονη, είναι η λεγόμενη ενδοσκοπική διαρρινική αδενωματεκτομή, δηλαδή η αφαίρεση του όγκου μέσα απο τη μύτη, χωρίς τομή, με τη χρήση ειδικής κάμερας, του ενδοσκοπίου.