Ο νευροχειρουργός Παντελής Σταυρινού απαντά σε συχνά ερωτήματα:
Από έναν ήπιο, βαθύ πόνο έως τον οξύ συνεχόμενο πόνο που θυμίζει “μαχαιριά”, ο πόνος στη μέση (οσφυαλγία) ή στο πόδι (ισχιαλγία) θυμίζει επίσκεψη από ανεπιθύμητο επισκέπτη: μερικές φορές είναι ενοχλητικός ενώ άλλες πάλι καταντά ανυπόφορος.
Ένας τέτοιος συνεχόμενος πόνος δεν κάνει μόνο το σώμα να υποφέρει. Μαζί, υποφέρουν πολλές πτυχές της ζωής, γιατί μπορεί να περιορίσει τις κοινωνικές επαφές, τη δυνατότητα άθλησης και εργασίας και τη διάθεση γενικότερα.
Για μερικούς ασθενείς, το χειρουργείο είναι η ύστατη λύση μέσα από την οποία υπόσχονται στον εαυτό τους τη βελτίωση των συμπτωμάτων τους. Πράγματι, το χειρουργείο συχνά καταφέρνει να δώσει λύση πιο αποτελεσματικά από οποιαδήποτε άλλη θεραπεία και αυτό είναι κάτι που υποστηρίζεται από ποιοτικές μελέτες.
Τι γίνεται όμως όταν το χειρουργείο δεν καταφέρνει τελικά να δώσει λύση στο πρόβλημα;
Τί είναι το σύνδρομο αποτυχημένης επέμβασης στη σπονδυλική στήλη; Είναι η επέμβαση πραγματικά “αποτυχημένη”;
Ο ορισμός του συνδρόμου είναι “επίμονος ή υποτροπιάζον πόνος μετά από χειρουργείο στη σπονδυλική στήλη”. Με απλά λόγια, όταν ο πόνος δεν υποχώρησε ή επανήλθε μετά από χειρουργείο. Οι ασθενείς συνήθως νιώθουν μια αρχική βελτίωση αλλά μετά τα συμπτώματά τους επανέρχονται. Άλλες φορές τα συμπτώματα δε βελτιώνονται καθόλου. Άλλοι περιγράφουν ότι ο πόνος έφυγε από τη μέση και εμφανίστηκε στο πόδι ή το αντίστροφο.
Θεωρώ ότι ο όρος “σύνδρομο αποτυχημένης επέμβασης στη σπονδυλική στήλη” είναι γενικά λάθος, γιατί υπονοεί ότι η επέμβαση απέτυχε, κάτι το οποίο τις περισσότερες φορές δεν ισχύει. Μάλιστα, τις περισσότερες φορές έχει προηγηθεί -από τεχνικής σκοπιάς- μια άρτια επέμβαση.
Ποιες είναι μερικές πιθανές αιτίες για εμμένον ή υποτροπιάζον άλγος μετά από χειρουργείο;
Δύο πολύ συχνές αιτίες είναι η μη επαρκής αποσυμπίεση στην περίπτωση σπονδυλικής στένωσης και η ψευδάρθρωση (δηλαδή η αποτυχία των οστών να “δέσουν” μεταξύ τους) στην περίπτωση σπονδυλοδεσίας. Στην πρώτη περίπτωση, παρόλο που το χειρουργείο κατάφερε να δώσει χώρο στο σπονδυλικό κανάλι, τα σημεία εκείνα που είναι κρίσιμα (η περιοχή των λεγόμενων πλαγίων κολπωμάτων – εκεί που ξεκινά η νευρική ρίζα) παραμένουν στενά και τα νεύρα ακόμα υπό πίεση.
Στη δεύτερη περίπτωση, η σπονδυλοδεσία δεν καταφέρνει να ενώσει τους σπονδύλους μεταξύ τους με αποτέλεσμα αυτοί να παρουσιάζουν παθολογική κινητικότητα. Αν οι σπόνδυλοι δεν ενωθούν με το χρόνο, τα υλικά της σπονδυλοδεσίας σε κάποια στιγμή θα χαλαρώσουν ή θα σπάσουν. Όταν συμβεί αυτό επανεμφανίζονται συμπτώματα όπως οσφυαλγία ή ισχιαλγία.
Μια άλλη συχνή αιτία πόνου είναι η εκφύλιση γειτονικών διαστημάτων. Με άλλα λόγια, το χειρουργείο πέτυχε απολύτως να διορθώσει το πρόβλημα στο συγκεκριμένο σημείο στο οποίο έγινε, στην πορεία όμως παρουσιάστηκε φθορά σε κάποιο άλλο γειτονικό σημείο και αυτό είναι που προκαλεί τώρα τον πόνο. Αυτό θυμίζει λίγο τον πονόδοντο. Το ότι ένα δόντι σφραγίστηκε και ο πόνος πέρασε, δε σημαίνει ότι κάποιο άλλο δόντι δε μπορεί να χαλάσει στο μέλλον.
Τέλος, μια αρκετά συχνή αιτία είναι ότι δεν τέθηκε ευθύς εξαρχής η σωστή διάγνωση. Αν π.χ. ένας ασθενής έχει πολλές δισκοκήλες, δεν είναι απίθανο να μην εντοπίστηκε εκείνη η δισκοκήλη η οποία προκαλούσε το πρόβλημα.
Πολύ συχνά αναφέρεται η “ουλή” που δημιουργείται στην περιοχή της επέμβασης ως αιτία του πόνου. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα κατά πόσο ο σχηματισμός ουλής συμμετέχει στη δημιουργία του πόνου.
Όταν έρχεται ένας ασθενής με υποτροπιάζοντα πόνο, πώς αποφασίζεται τι θεραπεία πρέπει να ακολουθήσει;
Όλοι οι νευροχειρουργοί καλούνται σε κάποια στιγμή να αντιμετωπίσουν ασθενείς οι οποίοι έχουν χειρουργηθεί και πονάνε. Συνήθως αυτοί οι ασθενείς έχουν δοκιμάσει διάφορες συντηρητικές θεραπείες και δεν έχουν βρει ανακούφιση από τον πόνο τους. Αν οι συντηρητικές επιλογές έχουν εξαντληθεί και το χειρουργείο δεν είναι πολύ πρόσφατο τότε πρέπει να εξεταστεί με πολύ προσοχή το ενδεχόμενο επανεπέμβασης. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνει είναι να διαπιστώσουμε αν ο πόνος του ασθενούς οφείλεται στο ίδιο πρόβλημα για το οποίο χειρουργήθηκε ή αν οφείλεται σε κάτι νέο. Δεν είναι καθόλου σπάνιο ένας ασθενής να αισθάνεται πολύ καλά μετά από επέμβαση αλλά μετά από κάποια χρόνια δημιουργείται ένα άλλο πρόβλημα, σε ένα γειτονικό επίπεδο, και το πρόβλημα ξεκινά από την αρχή. Αυτό το νέο πρόβλημα ενδεχομένως να χρειάζεται παρόμοια αντιμετώπιση με το παλαιότερο.
Αν ο πόνος επιμένει μετά από “μικρό” χειρουργείο στη μέση, αυτό σημαίνει ότι τώρα χρειάζεται να γίνει σπονδυλοδεσία;
Η σπονδυλοδεσία προτείνεται συχνά όταν ένας ασθενής παρουσιάσει υποτροπή μετά από επέμβαση δισκοκήλης. Δηλαδή αν ξαναεμφανίσει συμπτωματική δισκοκήλη στο ίδιο σημείο στο οποίο χειρουργήθηκε. Όμως υποτροπή δε σημαίνει αυτομάτως και σπονδυλοδεσία. Υπάρχουν μελέτες οι οποίες έδειξαν ότι οι ασθενείς επωφελούνται σημαντικά από νέα μικροδισκεκτομή χωρίς να γινει απαραιτήτως σπονδυλοδεσία. Αν όμως ένας ασθενής έχει βιώσει ήδη 2 υποτροπές στο ίδιο σημείο, τότε ίσως να είναι φρόνιμο να γίνει σταθεροποίηση στο επίπεδο.
Τι είναι σημαντικό να καταλάβουν οι ασθενείς με υποτροπιάζουσα οσφυαλγία ή ισχιαλγία;
Το πιο σημαντικό -αλλά και το πιο δύσκολο- είναι ο νευροχειρουργός να καταφέρει να βάλει τη σωστή διάγνωση, δηλαδή να εντοπίσει την αιτία του πόνου. Εδώ μπορεί να βοηθήσει μια σειρά από εξειδικευμένες εξετάσεις όπως πχ. αξονική μυελογραφία, μπλόκ ριζών κλπ. Τίποτα όμως δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ενδελεχή κλινική εξέταση και το λεπτομερές ιστορικό. Ακόμα και τότε όμως, δεν είναι πάντα δυνατό να εντοπιστεί η αιτία του πόνου με βεβαιότητα. Αυτό μπορεί να έχει να κάνει με το γεγονός ότι ίσως η αιτία του πόνου να κρύβεται πέρα από τις παρωπίδες μιας και μόνο ειδικότητας. Γι΄αυτό και ο γιατρός που αντιμετωπίζει τον ασθενή με χρόνιο πόνο στη σπονδυλική στήλη πρέπει να συνεργάζεται με συναδέλφους και άλλων ειδικοτήτων και να μην κλείνεται δογματικά πίσω από τα τείχη της ειδικότητάς του.