Τι είναι – Πως προκαλείται – Πως αντιμετωπίζεται
Τι είναι το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα;
Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα (ΣΚΣ) ή αλλιώς σύνδρομο μέσου νεύρου είναι μια κατάσταση η οποία προκαλεί πόνο και μούδιασμα στο χέρι (άκρα χείρα) και στα δάχτυλα και σε προχωρημένες περιπτώσεις ακόμη και αδυναμία στο χέρι. Μερικές φορές ο πόνος μπορεί να επεκτείνεται και στο βραχίονα. Συμβαίνει όταν ένα νεύρο στην περιοχή του καρπού, το λεγόμενο «μέσο νεύρο» πιέζεται.
Το μέσο νεύρο περνά στη περιοχή του καρπού μέσα από ένα τούνελ, το οποίο ονομάζεται «καρπιαίος σωλήνας». Ο καρπιαίος σωλήνας σχηματίζεται από τα οστά του καρπού και έναν σύνδεσμο, τον «εγκάρσιο σύνδεσμο».
Η πίεση του μέσου νεύρου ενδέχεται να συμβαίνει όταν:
- Υπάρχει οίδημα(πρήξιμο) στους τένοντες που περνάνε και αυτοί μέσα από τον καρπιαίο σωλήνα (οι τένοντες είναι το σημείο που οι μύες ενώνονται με τα οστά).
- Οι ιστοί που περιβάλλουν τους τένοντες σκληραίνουν οι γίνονται υπερτροφικοί
- Το χέρι καταπονείται με επαναλαμβανόμενη, επίπονη εργασία
Το μέσο νεύρο μεταφέρει αισθητικά ερεθίσματα στον εγκέφαλο. Με απλά λόγια, «λέει» στον εγκέφαλο τι νιώθει το χέρι. Το μέσο νεύρο μεταφέρει ερεθίσματα από συγκεκριμένες περιοχές του χεριού: τον αντίχειρα, το δείκτη, το μέσο δάχτυλο, μέρος του παράμεσου δαχτύλου και μέρος της παλάμης.
Εικόνα 1: Ο καρπιαίος σωλήνας είναι ένα τούνελ το οποίο σχηματίζεται από τα οστά του καρπού και έναν σύνδεσμο, τον “εγκάρσιο σύνδεσμο”. Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα συμβαίνει όταν ένα νεύρο το οποίο περνά μέσα από αυτό το τούνελ, το “μέσο νεύρο” πιέζεται προκαλώντας πόνο και μούδιασμα στα δάχτυλα και την παλάμη.
Παράγοντες κινδύνου
Οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να πάθουν σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα. Επίσης, υπάρχουν ενδείξεις ότι το αυξημένο σωματικό βάρος ίσως αποτελεί επίσης παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη ΣΚΣ. Τέλος, κάποιες παθήσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, η ακρομεγαλία, ο υποθυρεοειδισμός και η ρευματοειδής αρθρίτιδα αποτελούν προδιαθεσικούς παράγοντες για ανάπτυξη συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα. Οι έγκυες έχουν αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, το οποίο όμως υποχωρεί μετά τη γέννα.
Ποιά είναι τα συμπτώματα του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα;
Τα συνηθέστερα και κυριότερα συμπτώματα είναι πόνος και μούδιασμα στον αντίχειρα, τον δείκτη, το μέσο και παράμεσο δάχτυλο. Τα συμπτώματα συνήθως χειροτερεύουν τη νύχτα και συχνά ξυπνούν τον ασθενή. Συχνά ο ασθενής έχει σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα και στα δύο χέρια αν και τις περισσότερες φορές κάποιο χέρι είναι πιο επηρεασμένο από το άλλο.
Σε μερικές περιπτώσεις ο πόνος, το μούδιασμα και το μυρμήγκιασμα μπορεί να επεκταθεί σ’ ολόκληρη την παλάμη ή ακόμη και πέρα από τον καρπό.
Οι περισσότεροι ασθενείς αναφέρουν ότι τα συμπτώματα χειροτερεύουν όταν λυγίζουν τον καρπό ή όταν σηκώνουν τα χέρια. Πολλοί αναφέρουν επιδείνωση των συμπτωμάτων σε δραστηριότητες όπως η οδήγηση, το διάβασμα, η πληκτρολόγηση ή το να κρατά κανείς το τηλέφωνο.
Σε πολλούς ασθενείς τα συμπτώματα εμφανίζονται και μετά υποχωρούν πάλι. Όσο όμως εξελίσσεται η πάθηση τα συμπτώματα γίνονται πιο έντονα και μόνιμα. Σε βαριές περιπτώσεις οι ασθενείς δυσκολεύονται να κινήσουν τα δάχτυλα και να πιάσουν αντικείμενα.
Πως γίνεται η διάγνωση;
Κάθε διάγνωση ξεκινά με ένα προσεκτικό ιστορικό και μια λεπτομερή κλινική εξέταση. Αν το ιστορικό και η εξέταση θέσουν την υποψία συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα, η διάγνωση μπορεί να επιβεβαιωθεί με ηλεκτροφυσιολογικό έλεγχο,δηλαδή με μέτρηση της ταχύτητας αγωγιμότητας των νεύρων και ηλεκτρομυογράφημα.
Η μέτρηση της ταχύτητας αγωγιμότητας των νεύρων θα δείξει αν το μέσο νεύρο μεταφέρει τα ηλεκτρικά ερεθίσματα με το σωστό τρόπο ή αν υπάρχει καθυστέρηση ή εξασθένηση του σήματος.
Το ηλεκτρομυογράφημα (ΗΜΓ) δείχνει αν οι μύες του χεριού και του καρπού ανταποκρίνονται σωστά στα ηλεκτρικά σήματα.
Ο νευροχειρουργός πρέπει να ξεχωρίσει αν τα συμπτώματα του ασθενούς οφείλονται σε σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα ή σε άλλες παθήσεις όπως είναι η δισκοκήλη του αυχένα ή το σύνδρομο θωρακικής εξόδου.
Πως αντιμετωπίζεται το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα;
- Νάρθηκες: μερικοί ασθενείς αναφέρουν ανακούφιση όταν εφαρμόζουν νάρθηκα με το χέρι σε «ουδέτερη θέση».
- Ενέσεις κορτιζόνης και θεραπεία με αντιφλεγμονώδη: Η κορτιζόνη (τα στεροϊδή γενικά) είναι φάρμακα τα οποία βοηθούν σημαντικά να υποχωρήσει το οίδημα και η φλεγμονή. Μερικοί ασθενείς επωφελούνται από έγχυση εντός του καρπιαίου σωλήνα. Εναλλακτικά μπορεί να γίνει θεραπεία με χάπια, αν και τα χάπια είναι λιγότερο αποτελεσματικά από τις ενέσεις.
- Φυσικοθεραπεία και ασκήσεις: Υπάρχουν ενδείξεις ότι η φυσικοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει μερικούς ασθενείς.
- Χειρουργείο: Σε ασθενείς με βαρύ σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα και έντονα συμπτώματα έχει ένδειξη το χειρουργείο. Στο χειρουργείο γίνεται διατομή (κόβεται) του εγκαρσίου συνδέσμου, δηλαδή του συνδέσμου που πιέζει το μέσο νεύρο.
Εικόνα 2: Εικόνα από επέμβαση διατομής του εγκαρσίου συνδέσμου για σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα.
Συχνές ερωτήσεις γύρω από το χειρουργείο για σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα
Αν υπάρχει απλώς πόνος ή και μούδιασμα, τότε το χειρουργείο δεν είναι επείγον. Αν όμως υπάρχει μυική αδυναμία τότε είναι σημαντικό το χειρουργείο να γίνει άμεσα ώστε να βελτιωθούν οι πιθανότητες αποκατάστασης.
Το χειρουργείο διαρκεί περίπου 15-20 λεπτά.
Όχι. Οι περισσότεροι ασθενείς χειρουργούνται με τοπική νάρκωση. Σε ασθενείς οι οποίοι έχουν άγχος μπορεί να δοθεί ήπια καταστολή (μέθη) ενώ υπάρχει και η δυνατότητα περιοχικής αναισθησίας (block).
Αρχικά γίνεται μια τομή μήκους περίπου 1,5-2 εκατοστά στην περιοχή του καρπού. Μέσω αυτής της τομής στη συνέχεια γίνεται διατομή του εγκαρσίου συνδέσμου, δηλαδή του συνδέσμου που πιέζει τον καρπό. Η διάρκεια του χειρουργείου είναι περίπου 15-20 λεπτά και ο ασθενής πηγαίνει την ίδια μέρα σπίτι του.
Οι ασθενείς βλέπουν βελτίωση των συμπτωμάτων τους άμεσα μετά το χειρουργείο. Δηλαδή άμεσα υποχωρεί ο πόνος και το μούδιασμα. Ασθενείς με απλή εργασία γραφείου μπορούν να επιστρέψουν στη δουλειά τους εντός λίγων ημερών. Οι περισσότεροι ασθενείς επιστρέφουν εντός 2 εβδομάδων δηλαδή μπορούν να χρησιμοποιήσουν το χέρι τους μετά από περίπου 2 εβδομάδες. Αυτό εξαρτάται βέβαια από το επάγγελμα που ασκεί κανείς.
Για τους περισσότερους ασθενείς ναι. Βέβαια, υπάρχει μια μικρή πιθανότητα υποτροπής η οποία εξαρτάται από το πόσο καταπονεί κανείς το χέρι του
Αρχικά χειρουργείται το χέρι που πάσχει περισσότερο. Αν και τα δύο χέρια πάσχουν εξίσου, τότε η επέμβαση γίνεται πρώτα στο χέρι που χρησιμοποιεί ο ασθενής περισσότερο ενώ μετά από μερικές εβδομάδες χειρουργείται και το άλλο χέρι.
Συνήθως το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα αντιμετωπίζεται από νευροχειρουργούς και ορθοπεδικούς με εμπειρία στη μικροχειρουργική.